27.2 C
Athens
Τρίτη, 15 Οκτωβρίου, 2024

Βιβλίο: Το άλλο όνομα του Jon Fosse

Δείτε επίσης

Βιβλίο: Το άλλο όνομα του Jon Fosse

Ο πολυσχιδής Νορβηγός δημιουργός Γιον Φόσσε, έπειτα από χρόνια επιτυχημένης καριέρας ως θεατρικός συγγραφέας, αποφάσισε να επιστρέψει στη μυθοπλασία με ένα ιδιαιτέρως φιλόδοξο και πολυσέλιδο έργο, την Επταλογία. Το πρωτότυπο έργο κυκλοφόρησε χωρισμένο σε τρία βιβλία, κάτι το οποίο αναμένεται να συμβεί και στις περισσότερες μεταφραστικές εκδοχές του, μια εκ των οποίων και η ελληνική, αφού το έργο εντάχθηκε έγκαιρα στη σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg. Πρόσφατα κυκλοφόρησε, σε μετάφραση Σωτήρη Σουλιώτη, το πρώτο βιβλίο, Το άλλο όνομα, που περιλαμβάνει τα δύο πρώτα μέρη και βρέθηκε στη βραχεία λίστα για το περσινό βραβείο Booker.

«Και με βλέπω που στέκομαι και κοιτάζω τον πίνακα με τις δύο γραμμές», έτσι ξεκινά η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ηλικιωμένου ζωγράφου Άσλε και στα δύο μέρη, μοτίβο διόλου τυχαία επιλεγμένο από τον συγγραφέα, αλλά καθοριστικό για τη συνολική πρόσληψη τόσο του αφηγητή όσο και συνολικά του έργου. Η έξοδος του αφηγητή/παρατηρητή από το σώμα του, η έξωθεν παρατήρηση του εαυτού σε μια αφήγηση σύγχρονη της πλοκής, όχι, δηλαδή, σε μια αφήγηση με προφανή χαρακτήρα αναπόλησης των περασμένων, είναι ένα εύρημα που ο Φόσσε ευφυώς χρησιμοποιεί ως αντίβαρο στον ρεαλισμό που κυριαρχεί. Σε συνδυασμό, δε, με την ιδιότυπη ροή μνήμης, που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως αφηγηματικό όχημα, χωρίς να την ανακόπτει με τελείες, επιτείνει την αμφιβολία του αναγνώστη, για το πού συμβαίνει ό,τι αφηγείται ο Άσλε πως συμβαίνει, χωρίς όμως, σε καμία στιγμή, να υπονομεύει τον αφηγητή του.

Είναι Δευτέρα και ο Άσλε αναρωτιέται αν αυτός ο μακρόστενος πίνακας, μικρού μεγέθους, που αποτελείται από δύο γραμμές, μια μοβ και μια καφέ, οι οποίες συναντιούνται στη μέση, ζωγραφισμένες αργά και με παχύρευστη λαδομπογιά που ξέφυγε και στο σημείο τομής των δύο γραμμών κάνει ένα όμορφο μείγμα να κυλάει προς τα κάτω, είναι ένας ολοκληρωμένος πίνακας, αν είναι ένας πίνακας που θα μπει μαζί με τους υπόλοιπους πίνακες, διαφόρων μεγεθών, τους τελειωμένους πίνακες που προορίζονται για την Γκαλερί Μπάιερ, που βρίσκεται στο Μπέργκεν, ή όχι. Ο Άσλε μένει μόνος σ’ έναν μικρό, αραιοκατοικημένο, συνοικισμό, σχετικά απομονωμένο, στην αγροικία που αγόρασαν με τη γυναίκα του που πέθανε πριν κάποια χρόνια. Μοναδική σταθερή συντροφιά είναι ο γείτονάς του ο Όσλαϊκ. Ο Άσλε σπάνια επισκέπτεται το Μπέργκεν, παρότι έχει αυτοκίνητο, και φροντίζει όταν πηγαίνει, όπως σήμερα, μια φορά τον μήνα συνήθως, να κάνει αρκετά ψώνια. Όταν βρίσκεται εκεί, συνηθίζει να συναντά τον συνονόματό του επίσης ζωγράφο που μένει εκεί, μόνος παρέα με έναν σκύλο, παραδομένος στο αλκοόλ.

Η ροή της αφήγησης είναι συνεχής και συμβαίνει ταυτόχρονα με την εξωτερική δράση, μεγάλο μέρος της οποίας βρίσκει τον Άσλε πίσω από το τιμόνι στους χιονισμένους δρόμους. Ο Φόσσε εγκιβωτίζει αρμονικά την κάθε υποϊστορία που αναδύεται εντός της κεντρικής, αποτυπώνοντας τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά ένα μυαλό ευάλωτο στα κεντρίσματα της μνήμης και τις παγίδες της λήθης. Οι παρεκβάσεις αυτές συμβαίνουν εντός ενός χρόνου με ακρίβεια γραμμικού, τη Δευτέρα του πρώτου μέρους θα τη διαδεχτεί η Τρίτη στο δεύτερο. Και όμως, ενώ το παρελθόν, τα παιδικά και νεανικά χρόνια του αφηγητή, έχουν μια συνοχή, ένα κοινό έδαφος το οποίο αναβιώνει μπροστά στα μάτια του, βλέποντας ξανά τη νεότερη εκδοχή του εαυτού του να πρωταγωνιστεί σε γνώριμα επεισόδια της ζωής του, κάτι τέτοιο δεν ισχύει και για το εγγύς παρόν, το οποίο πλέκεται σφικτά με το αφηγηματικό παρόν, έτσι όπως τα ονόματα των προσώπων συμπίπτουν και επαναλαμβάνονται, μαζί με τα αντικείμενα.

Ο Φόσσε, ικανότατος τεχνίτης, πετυχαίνει με αυτή την εσκεμμένη σύγχυση, που γλωσσικά εντείνεται με τις επαναλήψεις και τις δίνες, τη συνύπαρξη αφηγητή και αναγνώστη στο ίδιο δωμάτιο αμφιβολιών, στο οποίο δημιουργεί τον απαραίτητο χώρο για να διαπραγματευτεί παράλληλα με την πλοκή και ζητήματα γύρω από την τέχνη, την απώλεια, τον έρωτα, τη φιλία, αλλά και το γήρας. Ένα αποτέλεσμα καθηλωτικό, που συγγενεύει με τον σπουδαίο Αυστριακό στυλίστα Μπέρνχαρντ στη γλωσσική διαχείριση του χρόνου, ιδιαίτερα στους Παλιούς δασκάλους, αλλά και έναν ακόμα γνώριμο στο ελληνικό κοινό, τον Νταγκ Σούλστα, και το υπέροχο Αιδημοσύνη και αξιοπρέπεια. Βέβαια, η Επταλογία του Φόσσε, αναπόφευκτα, φέρνει στο μυαλό του αναγνώστη το αυτομυθοπλαστικό έργο Ο αγώνας μου του επίσης Νορβηγού Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ, δημιουργώντας ίσως έναν αντίστοιχο αναγνωστικό ορίζοντα προσδοκιών. Ο Φόσσε, ωστόσο, φιλοδοξεί να κάνει κάτι αρκετά διαφορετικό. Και το πετυχαίνει.

Το όνομα του Φόσσε ψιθυρίζεται κάθε χρόνο ανάμεσα σε εκείνα των φαβορί για το βραβείο Νόμπελ, Το άλλο όνομα, προστιθέμενο στο διάσημο θεατρικό του παρελθόν, απαντάει εν πολλοίς στο γιατί.

Με πηγη τον κο Ιωάννη Καλογερόπουλο

Και το https://no14me.blogspot.com

- Advertisement -

Τελευταία άρθρα